Ίσως να πρόκειται για τον μοναδικό λόγο που αξίζει να ζει κάποιος. Και όχι μόνο με την τετριμμένη έννοια που αποδίδεται ευρέως μέσω των γιορτών και απολαύσεων, αλλά πολύ περισσότερο, όπως μας δείχνει ο σπουδαίος R. Benigni, η ζωή είναι ωραία όταν μπορείς ν' αλλάζεις "πρόσημο" στις δύσκολες καταστάσεις της και να διαμορφώνεις τον κόσμο όπως εσύ θέλεις ή όπως σε βολεύει!
Είναι ωραία όταν μπορείς να δεις μια αχτίδα φωτός μέσα στο πυκνό σκοτάδι, ένα λεπτό λουλουδάκι μέσα στο καμένο δάσος ή ένα αθώο παιδικό χαμόγελο - σαν αυτό που μας περιγράφει ο σκηνοθέτης και πατέρας στη ταινία - να ξεπροβάλει εν καιρώ πολέμου μέσα σ' ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Ήρωας της ταινίας είναι ο Γκουίντο, ένας χαριτωμένος άνθρωπος με παιδική αθωότητα. Eίναι το 1939, και έχει έρθει στο Aρέτσο, όπου με κέφι και χιούμορ αναζητεί την τύχη του και τον έρωτα, αδιαφορώντας για τον αυξανόμενο αντισημιτισμό και φασισμό που τον περιβάλλει. O Γκουίντο ερωτεύεται την Nτόρα, μια όμορφη δασκάλα. Mερικά χρόνια αργότερα, ο Γκουίντο και η Nτόρα έχουν παντρευτεί και έχουν έναν γιο. Όμως οι προκαταλήψεις, που κάποτε ο Γκουίντο αγνοούσε, έχουν γίνει τώρα Φυλετικοί Nόμοι, τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίσει. Πάντως, ο Γκουίντο είναι αποφασισμένος να προστατέψει το γιο του από τη βάρβαρη πραγματικότητα της ζωής τους. H απόφασή του αυτή γίνεται θέμα ζωής και θανάτου, όταν ο Γκουίντο και ο γιος του στέλνονται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. H Nτόρα επιβιβάζεται κι εκείνη στο ίδιο τρένο, και τώρα ο Γκουίντο θα πρέπει να εκμεταλλευθεί στο έπακρο τη φαντασία και το κουράγιο του για να σώσει αυτούς που αγαπά.
Η ταινία εξυμνεί τον θρίαμβο του ανθρωπίνου πνεύματος στις δύσκολες μέρες της εποχής του Χίτλερ. Αντί να δώσει έμφαση στην τραγωδία της εποχής εκείνης, ο συγγραφέας, σκηνοθέτης και ηθοποιός Μπενίνι, κάνει ακριβώς το αντίθετο και με την μέθοδο της αντίστροφης ψυχολογίας, μας δείχνει πόσο λυπηρή πραγματικά ήταν αυτή η εποχή.
Καθώς τον παίρνουν για να τον εκτελέσουν, αυτός χαμογελάει στον γιο του και κοροϊδέυει τους φρουρούς του για να μην φοβηθεί το παιδί. Δεν επιτρέπει ούτε στον εαυτό να θρηνήσει, φτάνοντας στο σημείο να στερηθεί ακόμα και την μελαγχολία, την οποία λίγο πολύ, όλοι επιτρέπεται να έχουν.
Για πρώτη φορά στην ιστορία του κινηματογράφου ένα τόσο "βαρύ" θέμα, όπως το ολοκαύτωμα, κινηματογραφείται σαν μια πικρή κομεντί, που ισορροπεί επιδέξια ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ, το τραγικό και το κωμικό, τη βαρβαρότητα και την αθωότητα. Tο La vita e bella είναι ένας ύμνος στο θαύμα της ζωής, στον αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση και συνάμα ένας υπέροχος σαρκαστικός χλευασμός στη ζοφερότητα και τη σκοτεινιά του θανάτου.