O Pedro Almodovar γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου στην Cazalda, ένα μικρό χωριό της Ισπανίας. Σε ηλικία 8 ετών μετακομίζει μαζί με την οικογένειά του στην Extremadure, μια ισπανική κωμόπολη.
Παρακολουθεί μαθήματα σε εκκλησιαστικό σχολείο Φραγκισκανών μοναχών. Οι άσχημες εμπειρίες που αποκομίζει από τον χώρο αυτό σε συνδυασμό με το κλίμα της αυστηρής πειθαρχίας και της υποκριτικής ευλάβειας έχουν ως αποτέλεσμα να χάσει την πίστη του στο Θεό και παράλληλα τον ωθούν στην αναζήτηση μιας διεξόδου, η οποία δεν είναι άλλη από τον κινηματογράφο.
Ο μικρός Pedro παρακολουθεί στα εφηβικά του χρόνια μανιωδώς ταινίες και ονειρεύεται ότι κάποια μέρα θα καταφέρει και εκείνος να γυρίσει τις δικές του.
Λίγο μετά από την ενηλικίωσή του αφήνει το σπίτι και πηγαίνει στη Μαδρίτη πιστεύοντας ότι εκεί θα έχει περισσότερες ευκαιρίες να πραγματοποιήσει τους στόχους του. Μετά από κάποιες περιστασιακές εργασίες πιάνει δουλειά στον Εθνικό Οργανισμό ήηλεπικοινωνιών της Ισπανίας, Telefonica, μια θέση που διατηρεί για τα επόμενα δώδεκα χρόνια.
Στο διάστημα αυτό κατορθώνει να συγκεντρώσει αρκετά χρήματα για να αγοράσει μια κάμερα super 8 και ενώ το πρωί βρίσκεται στη δουλειά, τα απογεύματα γράφει τα πρώτα του σενάρια και γυρίζει τις πρώτες του ταινίες μικρού μήκους των οποίων η θεματολογία περιστρέφεται γύρω από το sex. Ακόμα συμμετέχει σε μια θεατρική ομάδα, την "los Golliardos"και αρθρογραφεί σε διάφορα περιοδικά.
Τα χρόνια εκείνα η Ισπανία τελεί κάτω από το δικτατορικό καθεστώς του Φράνκο και ο Almodovar μαζί με άλλους νέους δημιουργούς συμμετέχει σε ένα φιλελεύθερο κίνημα το οποίο έχοντας ως όπλο την ελευθερία της έκφρασης στο χώρο της τέχνης στρέφεται ενάντια σε κάθε μορφή απολυταρχικής εξουσίας. Παράλληλα είναι μέλος και του punk rock συγκροτήματος Almodovar y McNamara.
Mε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Almodovar που κυκλοφορεί το 1980, τη χρονιά αποκατάστασης της δημοκρατίας, το κοινό έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με την προκλητική αισθητική και το κιτς σύμπαν του δημιουργού. Πρόκειται για το Pepi, Luci, Bom y lotras chicas del Monton (Η Πέπη, η Λούσυ, η Μπομ και τα άλλα κορίτσια), τα γυρίσματα της οποίας χρηματοδότησε ο ίδιος με τις οικονομίες που έκανε τα τελευταία χρόνια. Ακολουθούν τα Laberinto de Pasiones (Ο Λαβύρινθος του Πάθους) και το Que he hecho yo para merecer estoή (Μια Ζωή Ταλαιπωρία), η οποία είναι και η πρώτη ταινία του που σημειώνει μεγάλη επιτυχία.
Το 1989, τιμάται με μια υποψηφιότητα για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας με το Mujeres al Borde de un Aaque de Nervios (Γυναίκες στα Πρόθυρα Νευρικής Κρίσης) χωρίς ωστόσο να το κερδίσει εκείνος. Με την ταινία αυτή γίνεται παγκοσμίως γνωστός και ενώ δέχεται μια πληθώρα προτάσεων να πάει και να εργαστεί στο Hollywood, εκείνος επιλέγει να συνεχίσει να γυρίζει ταινίες στην Ευρώπη και την ισπανική γλώσσα.
Ωστόσο το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας θα το κερδίσει μια δεκαετία αργότερα για το Todo sobre mi madre, έχοντας προηγουμένως γυρίσει ορισμένες υπέροχες ταινίες όπως το Τacones Lejanos (Τα Ψηλά Τακούνια), την Κίκα, αλλά και το αριστουργηματικό Carne Tremula (Καυτή Σάρκα), "την πιο πολιτική μου ταινία" όπως ο ίδιος την χαρακτηρίζει. Η τελευταία του ταινία, Hable con Ella (Μίλα της), είναι ένα γνήσιο μελόδραμα που περιγράφει την ιστορία δυο γυναικών που βρίσκονται σε κώμα και την προσπάθεια δύο ανδρών να τις κρατήσουν στη ζωή με τη δύναμη του ανθρώπινου λόγου.
Στο σύμπαν του Αλμοδοβάρ κυριαρχούν οι γυναίκες οι οποίες πονάνε, υποφέρουν , είναι εξαρτημένες από ουσίες ή από άντρες που δεν τους δίνουν σημασία, μαλώνουν, κλαινε, αλλά πάνω από όλα αγαπούν και στο τέλος της ταινίας λυτρώνονται με κάποιο τρόπο. Η αντρική παρουσία είναι περισσότερο διακριτική, ενώ σε ορισμένες ταινίες όπως οι Αμαρτωλές Καλόγριες ή το Όλα για τη Μητέρα μου σχεδόν ανύπαρκτη. Για τον λόγο αυτό ο Almodovar είχε τη δυνατότητα να συνεργαστεί με σπουδαίες γυναίκες ηθοποιούς στις ταινίες του όπως η Carmen Maura, η Marisa Paredes, η Victoria Abril, η Cecilia Roth, η Penelope Cruz. Όπως ο ίδιος αναφέρει στην οικογένεια και στη γειτονιά που μεγάλωσε κυριαρχούσε η γυναικεία παρουσία και για αυτό "επιθυμώ με τις ταινίες μου να δείξω την ευγνωμοσύνη και την αγάπη που αισθάνομαι για τη Γυναίκα".