Παρουσίαση του βιβλίου "Γκιακ" του Δημοσθένη Παπαμάρκου
Την Παρασκευή 14/6 στις 21:00 στην Πλατεία Αλωνίων (Αγ. Δημητρίου 63)
Γεννημένος το 1983 στη Μαλεσσίνα Λοκρίδας, ο Δημοσθένης Παπαμάρκος άρχισε να γράφει το 1998. Η συλλογή διηγημάτων «Γκιακ» το 2015 τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών και το Λογοτεχνικό Βραβείο Διηγήματος του περιοδικού «Αναγνώστης».
«Γκιακ» σημαίνει στα αρβανίτικα αίμα, συγγένεια εξ αίματος, βεντέτα, αντεκδίκηση και φυλή. Οι ήρωες των διηγημάτων του «Γκιακ» είναι αρβανίτες από τα χωριά της Λοκρίδας, στρατιώτες που πολέμησαν στη μικρασιατική εκστρατεία, έρχονται αντιμέτωποι με τους ρόλους που τους επιβάλλουν οι παραδοσιακοί κανόνες και το βίωμα του πολέμου. Συγκρούονται, υποτάσσονται, ζουν εν κρυπτώ ή φεύγουν. Το γκιακ είναι το αίμα, ο συγγενικός δεσμός και ο νόμος του αίματος που σκιάζει τις ζωές τους. Με έναν τραχύ προφορικό λόγο, οι ιστορίες τους αφηγούνται την απώλεια προσανατολισμού, την αδυναμία τους να συμβιβάσουν τους κώδικες της παράδοσης με τα συναισθήματα και τη συνείδησή τους.
O Δημοσθένης Παπαμάρκος, με τα οκτώ διηγήματα και την παραλογή αυτής της υποβλητικής συλλογής, αξιοποιεί τη λογοτεχνική δύναμη της προφορικότητας και της παράδοσης, για να οικοδομήσει μια μοντέρνα σύνθεση. Τα διηγήματα του Γκιακ συγκροτούν προοδευτικά μια ενιαία εικόνα, σαν θραύσματα ενός μυθιστορήματος που φωτίζει λοξά μια καθοριστική στιγμή της ελληνικής ιστορίας.
Σταχυολογούμε από τις κριτικές για το Γκιακ:
«Το βιβλίο του Δημοσθένη Παπαμάρκου Γκιακ δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να πέσει κάτω, να μη βρει τους αναγνώστες που του πρέπουν, να προσπεραστεί χάριν άλλων ελαφρότερων πονημάτων, εν κατακλείδι να δεχθεί αδιαφορία των παραληπτών, που δεν θα τον αναζητήσουν. Γιατί έτσι θα έχουμε χάσει κάτι το συγκλονιστικό, κάτι το πεζογραφικά μαγικό, κάτι το πέρα από όρια, σχεδόν προφορικό επίτευγμα, που μόνο του μπορεί να αιφνιδιάσει, να εκπλήξει και να σφραγίσει με την παρουσία του και τη δυναμική του οτιδήποτε μη θεμιτό μάς παρεσχέθη ως επίσημη Ιστορία.»
Χρίστος Παπαγεωργίου, diastixo.gr
«Η γλώσσα του Παπαμάρκου, λαϊκή καθομιλουμένη με αρβανίτικα επιχρίσματα, μοιάζει χρωματισμένη με έναν αδιόρατο μοντερνισμό, καθώς η προφορική εξιστόρηση από τους αφηγητές των περιπετειών των ιδίων ή των γνωστών τους επιτρέπει στον αναγνώστη την πρόσβαση στα πετάγματα και στις φωταψίες ενός νου που πασχίζει να θυμηθεί όσα έχει ζήσει ή ακούσει.»
Λευτέρης Καλοσπύρος, Καθημερινή
«[...] ένα[ς] λόγο[ς] με συνεχείς στροφές και μεταπτώσεις, που ξέρει να εκφράζει τα εντονότερα αισθήματα χωρίς να αισθηματολογεί»
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Ο αναγνώστης
«Η συλλογή διηγημάτων Γκιακ [...] έρχεται να επιβεβαιώσει, νομίζω, ότι έχουμε να κάνουμε μ' έναν πεζογράφο που ήλθε για να μείνει και να δώσει (ευελπιστώ) πιο μεγάλα και σύνθετα έργα στο (άμεσο) μέλλον.»
Γρηγόρης Μπέκος, popaganda.gr
«[...] ένα αφηγηματικό κατόρθωμα που συνδυάζει τον βιωμένο προφορικό λόγο με την στιβαρή μυθοπλασία βάζοντας ταυτόχρονα το δάχτυλο σε μια εν πολλοίς άγνωστη και αποσιωποιημένη ιστορική πληγή. Το σαγηνευτικά βίαιο βιβλίο του Παπαμάρκου δεν αφήνει απλώς υποσχέσεις για το μέλλον του συγγραφέα του αλλά τον καθιερώνει ως σημαντικό διηγηματογράφο.»
Χρήστος Αστερίου, Φρέαρ
«Ποιος τον θέλει αυτόν τον νεκρό; Η επίσημη Ιστορία δεν μιλάει αρβανίτικα κι η άλλη δεν έχει λόγια αφού δεν έχει ακροατή. Τα δύο υποκείμενα της βασικής αφήγησης του νέου ελληνικού κράτους, ο Αρβανίτης και ο Μικρασιάτης, δεν θα συνομιλήσουν ποτέ, συντηρώντας έτσι μια πολιτισμική ψευτοαντιπαλότητα, γεμάτη άκλαφτους νεκρούς, ανομολόγητα πάθη, μια άγλωσση εντέλει ιστορική φάση, γιατί γκιακ δεν είναι το αίμα, αλλά το όνομα του αίματος. Ίσως δε και η πρώτη λέξη της λογοτεχνίας.»
Ρούλα Γεωργακοπούλου, the books' journal
«Η συλλογή του Παπαμάρκου χαρακτηρίζεται από αξιοζήλευτη ομοιογένεια υλικού και εις βάθος ιστορική μελέτη της περιόδου. Αυτό όμως που την καθιστά ένα σπουδαίο βιβλίο είναι οι τυπολογίες των χαρακτήρων που προκύπτουν μέσα από την προσεκτική δουλειά στη γλώσσα και την αποτύπωση της διακύμανσης των αισθημάτων των ηρώων.»
Κώστας Αγοραστός, bookpress
«Διηγήματα όπως το "Ντο τ’α πρες κοτσίδετε", "Ο αρραβώνας", "Το γυάλινο μάτι" και κυρίως το καταληκτικό "Νόκερ" είναι απ’ αυτά που μπολιάζουν με υγιές νέο αίμα τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή».
Μαρία Στασινοπούλου, Εφημερίδα των Συντακτών
«[...] ο πιο σημαντικός λόγος για να διαβάσει κανείς το Γκιακ βρίσκεται στη συγκολλητική ουσία, στο ταλέντο του δημιουργού, που συγκρατεί τα διαφορετικά υλικά σε ένα πρωτότυπο οικοδόμημα ανοιχτό σε όλους για να το εξερευνήσουν, να το συμπληρώσουν, να το μετατρέψουν ανάλογα με τα δικά τους μπαγκάζια. Αν αυτή δεν είναι η ουσία του μοντέρνου, τότε ποια είναι;»